ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Μ. Αργυρού (Οικονομικός Σύμβουλος του ΠΘ) στο ΕΡΤnews Radio 105,8: Αύξηση των εισοδημάτων μαζί με αύξηση της παραγωγικότητας, η απάντηση στην ακρίβεια (audio)

argyrou

Κατά πόσο παραμένει εφικτός ο στόχος της διαμόρφωσης του μέσου μισθού στα 1500 ευρώ ως το τέλος της δεύτερης κυβερνητικής θητείας του κ. Μητσοτάκη, εάν υπάρχουν χρονικά περιθώρια για επιπλέον μεταρρυθμίσεις αλλά και για πρόσθετες παροχές, ανέπτυξε, μεταξύ άλλων, ο οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού Μιχάλης Αργυρού καλεσμένος σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, στο στούντιο του ΕΡΤnews Radio 105,8και στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές» με τον Βασίλη Αδαμόπουλο και την Μαρία Γεωργίου.  

«Είναι απολύτως εφικτό και πιστεύω ότι θα συμβεί» τόνισε ως προς το σκέλος των μισθών, του κατώτατου στα 950 και του μέσου στα 1500, σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης.

«Να πούμε στον κόσμο κάτι το οποίο το γνωρίζει ήδη, ότι το σημαντικό δεν είναι ο ονομαστικός μισθός, ποια είναι τα χρήματα τα οποία παίρνεις στην τσέπη σου. Είναι η αγοραστική σου δύναμη. Η αγοραστική δύναμη λοιπόν έχει να κάνει και με τις τιμές. Άρα αυτό το οποίο θέλω να περάσω σαν μήνυμα και για να το συνδέσω και με το προηγούμενο, είναι ότι προκειμένου να αυξηθεί το βιοτικό μας επίπεδο, θα πρέπει να αυξηθεί η παραγωγή της οικονομίας, ούτως ώστε να έχουμε εκείνη την παραγωγή που στηρίζει την αγοραστική δύναμη. Για να μπορούμε να αγοράζουμε πράγματα, πρέπει να έχουμε εισοδήματα και για να έχουμε εισοδήματα πρέπει να παράγουμε. Άρα, τελικά η απάντηση στο θέμα της ακρίβειας είναι η αύξηση των εισοδημάτων που στηρίζεται πάνω στην αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας. Και αυτό καθιστά πάρα πολύ αναγκαίο το να συνεχίσουμε στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Οι μεταρρυθμίσεις είναι αυτές οι οποίες κάνουν τη χώρα να γίνεται πιο ελκυστική σε επενδύσεις και να δημιουργούνται θέσεις εργασίας και καλοπληρωμένες» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Αργυρού, σημειώνοντας ότι υπάρχουν χρονικά περιθώρια για άλλες μεταρρυθμίσεις και ότι η κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση, για μεταρρυθμιστική κόπωση, δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία.

«Μία πολύ μεγάλη μεταρρύθμιση, το τελευταίο χρονικό διάστημα, τα τελευταία δύο χρόνια, ήταν η φορολογική μεταρρύθμιση. Η φορολογική μεταρρύθμιση έφερε εισοδήματα στο κράτος από τη μείωση της φοροδιαφυγής, τα οποία ήδη έχουν αξιοποιηθεί με τη φορολογική μεταρρύθμιση, που και από τη μία μεριά στηρίζει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, των συνταξιούχων και των ελευθέρων επαγγελματιών, αλλά ταυτόχρονα δίνει και μία ώθηση στην παραγωγή της. Διότι, όταν παίρνεις περισσότερα από την εργασία σου, συμμετέχεις και περισσότερο στην αγορά εργασίας. Όταν η μεσαία τάξη μπορεί να κρατήσει περισσότερα χρήματα σαν καθαρό μισθό, τότε αυξάνει και αυτή την προσφορά εργασίας. Έρχονται νέοι άνθρωποι από το εξωτερικό, μία πάρα πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη, ένα δείγμα μόνο των μεταρρυθμίσεων είναι η μείωση, η οποία παρατηρείται στους χρόνους απόδοσης της δικαιοσύνης. Είναι το αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της μεταρρύθμισης των δικαστικών χαρτών» ανέφερε ο κ. Αργυρού.

Ερωτηθείς σχετικά με το εύρημα της έρευνας της Eurostat, ένα περίπου 70% των Ελλήνων που αισθάνονται φτωχοί, το υψηλότερο ποσοστό συγκριτικά με την υπόλοιπη Ε.Ε., ο κ. Αργυρού σημείωσε «είναι πολύ ενδιαφέρον. Είναι, αυτό το οποίο πιστεύει ο κόσμος για τον εαυτό του. Γιατί υπάρχει και η μέτρηση της Eurostat πάλι, που έχει ένα αντικειμενικό όριο για το ποιος θεωρείται φτωχός και στο πώς μετράει η Eurostat τη φτώχεια στην Ελλάδα, το ποσοστό είναι κάτω από το 20%. Άρα, υπάρχει μια μεγάλη απόκλιση. Περίπου το 70% των Ελλήνων και των Ελληνίδων αυτοπροσδιορίζονται ως φτωχοί, η Eurostat λέει ότι είναι το 20% και χαμηλότερα».

Ως προς το πού αποδίδεται αυτό το δεδομένο, ο κ. Αργυρού εξέφρασε την άποψη ότι είναι διάφοροι οι λόγοι και ένας βασικός είναι ότι έχει παρατηρηθεί και μετρηθεί τόσο στην οικονομική όσο και στην ψυχολογική βιβλιογραφία ότι όταν μια χώρα περνάει μια μεγάλη οικονομική κρίση, αυτή αφήνει ένα πολύ βαθύ και πολύ μεγάλο σε χρονική διάρκεια αποτύπωμα.

«Πολύ περιληπτικά, οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν περάσει μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, φέρνουν την παρελθούσα εμπειρία στο παρόν και ταυτόχρονα τους φόβους του μέλλοντος πάλι τους βάζουν στο παρόν. Με άλλα λόγια, πέρασαν μια περίοδο φτώχειας, φοβούνται για το μέλλον, οπότε αυτό το πράγμα τους κάνει να αυτοπροσδιορίζονται ως φτωχοί» εξήγησε.

«Η αλήθεια βέβαια είναι ότι, όπως λένε και τα στατιστικά της Eurostat, το ποσοστό φτώχειας στην Ελλάδα δεν έχει καμία σχέση με το 70%, είναι χαμηλότερο από το 20% και τα τελευταία χρόνια μειώνεται μάλιστα και αυτός ο δείκτης, πόσοι Έλληνες αυτοπροσδιορίζονται ως φτωχοί, πέφτει και αυτός, όχι όμως βέβαια με τους ρυθμούς τους οποίους θα παρατηρούσε κανείς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και βέβαια αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί στην Ελλάδα είχαμε και τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση την περασμένη δεκαετία. Η αλήθεια όμως είναι ότι η οικονομία μας βελτιώνεται, ότι η χώρα σταθερά προσεγγίζει προς το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο εισοδήματος. Βέβαια δεν είμαστε εκεί που θέλουμε, αλλά γίνεται πρόοδος και το βιοτικό επίπεδο, παρά τις δυσκολίες οι οποίες αναμφίβολα υπάρχουν, ανεβαίνει» συμπλήρωσε.

Σε σχέση με το νούμερο ένα πρόβλημα, την ακρίβεια, ο κ. Αργυρού παραδέχθηκε καταρχήν, ότι, πράγματι στην Ελλάδα, όπως και αλλού, τα τελευταία περίπου πέντε χρόνια έχουν ανέβει οι τιμές, που σε μεγάλο βαθμό εξηγείται από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις.

«Είχαμε τον κορονοϊό, ο οποίος δημιούργησε μια μεγάλη δυσκολία στις αλυσίδες μεταφοράς. Δηλαδή έγιναν δύσκολες οι μεταφορές, ανέβηκαν οι τιμές. Μετά είχαμε την ενεργειακή κρίση, η οποία ενεργειακή κρίση αύξησε την τιμή της ενέργειας και από την τιμή της ενέργειας εξαρτώνται επίσης πάρα πολλές τιμές. Στη συνέχεια είχαμε την πληθωριστική κρίση και να πάμε και λίγο πιο βαθιά. Ας πάρουμε τα τρόφιμα.

Στα τρόφιμα, αυτό το οποίο παρατηρείται την τελευταία δεκαετία με μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία πέντε χρόνια, για τους λόγους που εξήγησα, είναι μια σταδιακή άνοδος των τροφίμων παγκόσμια. Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι. Ο ένας βασικός λόγος είναι το γεγονός ότι η κλιματική κρίση επηρεάζει πάρα πολύ τις παραγωγές βασικών αγαθών. Αν δει κανείς, για παράδειγμα, τη διεθνή τιμή του καφέ, του πορτοκαλιού και του κακάο, θα δει ότι τα τελευταία τρία χρόνια υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση. Γιατί έγινε αυτό; Γιατί σε χώρες όπως η Βραζιλία, που είναι μεγάλοι παραγωγοί αυτών των προϊόντων, υπήρξαν καταστροφικές περιβαλλοντικές εξελίξεις που επηρέασαν τις σοδειές. Αυτό είναι το πρώτο. Η κλιματική κρίση δηλαδή, επηρεάζει τις τροφές, τις τιμές των τροφίμων.

Το δεύτερο είναι ότι τα τελευταία 20 χρόνια έχει αναπτυχθεί σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, δύο χώρες που έχουν μαζί πληθυσμό περίπου τρία δισεκατομμύρια ανθρώπους, μια μεσαία τάξη, που είναι πάρα πολύ καλό φυσικά, γιατί οι άνθρωποι ζουν καλύτερα εκεί. Όταν έχεις τρία δισεκατομμύρια κόσμο σε αυτές τις δύο χώρες σχεδόν και ένα 10% να είναι η μεσαία τάξη, που είναι περισσότερο, δηλαδή μιλάμε για 300 εκατομμύρια ανθρώπους, έχεις προσθέσει στην παγκόσμια αγορά 300 εκατομμύρια ανθρώπους που θέλουν και αυτοί τα ίδια τρόφιμα τα οποία καταναλώνονται στην Ευρώπη. Έχεις προσθέσει στην παγκόσμια αγορά μία νέα ευρωπαϊκή ήπειρο. Εάν δεν αυξηθεί η προσφορά, μαζί με αυτή τη ζήτηση, προφανώς θα ανέβουν οι τιμές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γίνει η δουλειά και σε εσωτερικό επίπεδο.

Φυσικά, ο ρόλος της παραγωγικότητας, δηλαδή το να παράγουμε περισσότερα με την ίδια εργασία που κάνουμε, είναι πολύ σημαντικό. Όπως επίσης και ο ρόλος του ανταγωνισμού είναι πάρα πολύ σημαντικός, πράγματα τα οποία αποτελούν προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Βέβαια, στην ακρίβεια, η καλύτερη απάντηση είναι η αύξηση των εισοδημάτων» ανέφερε ο κ. Αργυρού.

«Είναι σίγουρο ότι υπάρχει κόσμος ο οποίος πιέζεται και αυτός ο κόσμος δεν είναι αμελητέος» επισήμανε ενώ υπογράμμισε ότι «αυτό είναι γνωστό και κατανοητό, δεν περνάει δηλαδή κάτω από το ραντάρ της κυβερνητικής πολιτικής» και «αποτελεί μια από τις μέγιστες προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής η στήριξη των ανθρώπων οι οποίοι βρίσκονται σε αυτή τη δυσκολία». «Αυτό το παρατηρούμε βλέποντας την αύξηση του κατώτατου μισθού τα τελευταία χρόνια που έχει αυξηθεί 35%. Το βλέπουμε με κυβερνητικές πρωτοβουλίες, όπως για παράδειγμα η επιστροφή ενός ενοικίου στους ενοικιαστές. Πράγματι, οι ενοικιαστές βρίσκονται σε μία δύσκολη θέση και αυτό έχει την εξήγησή του. Σταδιακά αυξάνεται η προσφορά ακινήτων, αλλά η ζήτηση είναι μεγαλύτερη. Άρα αυτά αποτελούν πολύ σημαντικές προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής» συνέχισε.

«Αυτό θα το δούμε στο προσεχές μέλλον», απάντησε στο ερώτημα που αφορούσε το κατά πόσο αναμένεται η λήψη νέων μέτρων στο στεγαστικό ζήτημα, όπως προανήγγειλε από τις Βρυξέλλες ο Πρωθυπουργός.

«Πράγματι, η διαμόρφωση μιας στεγαστικής πολιτικής, η οποία διαμόρφωση ήδη συμβαίνει, έχουν ληφθεί ήδη σημαντικά μέτρα, το επιπλέον ενοίκιο, να σας θυμίσω μέτρα όπως η κοινωνική αντιπαροχή, να θυμίσω το πρόγραμμα Σπίτι μου και μια σειρά από άλλα μέτρα. Η χώρα χρειάζεται πράγματι μια στεγαστική πολιτική η οποία αναπτύσσεται τώρα» ανέφερε ο κ. Αργυρού.

Ως προς τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι νέοι ειδικά, να ξεκινήσουν μια αυτόνομη ζωή στηριζόμενοι στα πόδια τους, χωρίς την οικονομική εξάρτηση από την οικογένεια ή την ανάγκη να συγκατοικούν με τους γονείς ακόμη και μετά τα 30 τους ηλικιακά έτη ή και αργότερα, ο κ. Αργυρού επισήμανε τα εξής:

«Η αλήθεια είναι ότι ενώ μεν υπάρχει αυτή η πίεση, δεν θα συμφωνούσα στο ότι οι νέοι της χώρας δεν μπορούν να ονειρευτούν. Καταρχάς, για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ανακοινώθηκε ένα μέτρο φορολογικής πολιτικής, το οποίο είναι 100% προσανατολισμένο στους νέους και απόλυτα δίκαια. (…)

Το μέλλον της χώρας είναι οι νέοι και από το πώς οι νέοι θα εξελιχθούν στην επαγγελματική τους πορεία δεν επηρεάζει μόνο τη δική τους προσωπική ευτυχία, αλλά και την ευτυχία όλων. Διότι, οι άνθρωποι οι οποίοι έρχονται στην αγορά εργασίας είναι αυτοί οι οποίοι θα πληρώνουν τις συντάξεις των ανθρώπων που θα βγαίνουν στη σύνταξη. Κατά συνέπεια, είναι μία ενέργεια η οποία δίνει ένα σήμα πολύ ισχυρό στους νέους ότι αποτελούν προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής και βεβαίως, όσο η οικονομία βελτιώνεται, τόσο περισσότερο αυτή η προοπτική θα ενισχύεται και δείχνουμε ότι πράγματι υπάρχει αυτή η προοπτική και από το γεγονός ότι πλέον οι άνθρωποι που επιστρέφουν στην Ελλάδα από το εξωτερικό, που είναι άνθρωποι κυρίως νέοι, είναι περισσότεροι πια από τους ανθρώπους που φεύγουν από την Ελλάδα».

Ερωτηθείς πόσο πιθανό είναι και εντός του 2026 να περιμένουμε κάποια μέτρα αντίστοιχα εκείνων που εξαγγέλθηκαν φέτος, όταν υπήρχε σαφής εικόνα για το υπερπλεόνασμα, δεδομένου ότι ο Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αρμόδιος για τη Δημοσιονομική Πολιτική κ. Πετραλιάς προ ημερών «έβαλε φρένο» σε αυτές τις προσδοκίες, ο κ. Αργυρού σχολίασε ως εξής:

«Πολύ σωστά ο κύριος Πετραλιάς διατηρεί τη συζήτηση στη σωστή βάση. Για το 2025 δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι επιπλέον αυτών που ανακοινώθηκαν στη Θεσσαλονίκη γιατί δεν έχουμε τα στοιχεία του 2025 για να ξέρουμε ποιος είναι και αν υπάρχει ένας επιπλέον δημοσιονομικός χώρος. Αυτό με βάση τους κανόνες τους ευρωπαϊκούς, οριστικοποιείται τον Απρίλιο του 2026. Αν θυμάστε, φέτος ανακοινώθηκαν αυτά τα μέτρα μετά το Πάσχα, δηλαδή τον Απρίλιο γίνεται η ανακοίνωση των οριστικών δημοσιονομικών στοιχείων της περασμένης χρονιάς. Κατά συνέπεια, πριν από τον Απρίλιο του 2026 δεν θα γνωρίζουμε αν έχουμε κάποιο επιπλέον δημοσιονομικό χώρο.

Ο κύριος Πετραλιάς πολύ ορθά επισημαίνει ότι η χώρα λειτουργεί κάτω από ευρωπαϊκούς κανόνες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παρά το ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έχει μειωθεί πάρα πολύ τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εντούτοις παραμένει υψηλό. Η μείωση του χρέους λοιπόν, είναι θεμέλιο οικονομικής Ανάπτυξης. Είναι θεμέλιο βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου και δεν θα μειώσουμε τις προσπάθειές μας να έχουμε καλές δημοσιονομικές επιδόσεις. Φυσικά, εάν και εφόσον υπάρξει η δυνατότητα, θα εξεταστεί τότε, θα δούμε τα δεδομένα όταν θα τα ξέρουμε».

Σε ό,τι έχει να κάνει με το ζήτημα της ανάπτυξης και την απόκλιση των προβλέψεων της ελληνικής κυβέρνησης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο κ. Αργυρού ανέφερε ότι υπάρχει όντως μια μικρή διαφορά, αλλά δεν είναι φετινή.

«Και τα προηγούμενα τρία χρόνια, αν δει κανείς τις προβλέψεις του Ταμείου, πάντοτε οι προβλέψεις του Ταμείου, όχι μόνο για την Ελλάδα συνολικά για την ευρωπαϊκή οικονομία, είναι πιο συντηρητικές. Δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά. Δηλαδή η κυβέρνηση προβλέπει για το 2025 ότι θα έχουμε ένα ρυθμό ανάπτυξης 2,2%. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει κάτι ελαφρώς λιγότερο από το 2. Δεν μιλάμε δηλαδή, για κάποια μεγάλη απόκλιση και όπως είπα αυτή είναι τα τελευταία 3 χρόνια μια σταθερή διαφορά και τα τελικά νούμερα είναι πιο κοντά στις προβλέψεις όχι μόνο της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Δηλαδή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ελληνική κυβέρνηση λίγο πολύ προβλέπουν τα ίδια, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ελαφρώς χαμηλότερα και για την ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία» εξήγησε.

«Αυτό που ήθελα να μεταφέρω και σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία. Πράγματι ταξίδεψα με τον Υπουργό Οικονομικών κ. Πιερρακάκη στην Ουάσιγκτον πριν από δύο εβδομάδες. Είναι εντυπωσιακό το ποια είναι η αλλαγή της εικόνας της ελληνικής οικονομίας στο διεθνές παγκόσμιο στερέωμα.

Η Ελλάδα σήμερα και αυτό είναι κάτι για το οποίο ο ελληνικός λαός πρέπει να νιώθει μεγάλη υπερηφάνεια, γιατί είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των Ελληνίδων και των Ελλήνων, είναι ένα θετικό παράδειγμα στη διεθνή οικονομία. Είναι μια χώρα η οποία φαίνεται ότι έχει καταφέρει κάτι πολύ δύσκολο, την ίδια στιγμή που άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες και πολύ φιλικές προς εμάς, όπως η Γαλλία δεν έχουν μπορέσει ακόμα να το καταφέρουν.

Είναι μια χώρα η οποία πηγαίνει ενάντια, με τη θετική πλευρά πλέον, στις διεθνείς εξελίξεις, στις επενδύσεις, στην απασχόληση, σε άμεσες ξένες επενδύσεις, στο κόστος δανεισμού του Δημοσίου. Και αυτό οφείλεται στο ότι έχουμε καταφέρει να φτιάξουμε πολύ πιο γερά θεμέλια για την ανάπτυξή μας. Τα δημοσιονομικά που συζητούσαμε πριν, ο χρηματοπιστωτικός τομέας, οι τράπεζες οι οποίες έχουν επανέλθει σε καθεστώς κανονικότητας ή η πολιτική σταθερότητα η οποία υπάρχει στην Ελλάδα, η οποία είναι μια προϋπόθεση ανάπτυξης πάρα πολύ σημαντική. Άρα, έχουμε δημιουργήσει με πολλές θυσίες και με πολύ μεγάλο κόστος, κοινωνικό και οικονομικό, μια πολύ καλή πλατφόρμα και πάνω σε αυτήν την πλατφόρμα χτίζουμε τώρα. Υπάρχουν χειροπιαστά αποτελέσματα, δεν αμφισβητώ, όπως λέγαμε και στην αρχή τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο κόσμος, αλλά σίγουρα το βιοτικό επίπεδο των Ελληνίδων και των Ελλήνων βελτιώνεται και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι πάνω στο οποίο μπορούμε να χτίσουμε παραπάνω και να επιταχύνουμε, παρά το γεγονός ότι το διεθνές οικονομικό περιβάλλον είναι δύσκολο, δεν είναι εύκολο» προσέθεσε.

Δείτε περισσότερα στο ertflix.gr | Ακούστε περισσότερα στο ertecho.gr

Ως προς το πόσο ευεπηρέαστη είναι η χώρα μας σε σχέση με τους κλυδωνισμούς στην ευρωπαϊκή οικονομία, ο κ. Αργυρού ανέφερε καταρχήν ότι σίγουρα, το τι συμβαίνει στην Ευρώπη επηρεάζει άμεσα την ελληνική οικονομία.

«Η Ελλάδα είναι μια χώρα στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην καρδιά της Ευρωζώνης. Είμαστε μια ευρωπαϊκή χώρα, είναι η οικονομική μας, θα έλεγα ενδοχώρα και κατά συνέπεια δεν μπορεί κανείς να πει ότι οτιδήποτε συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη μας αφήνει αδιάφορους. Εδώ υπάρχουν κάποια καλά νέα και κάποια λιγότερο καλά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι σε σχέση με το πού βρεθήκαμε περίπου τον Απρίλιο, η εξέλιξη το 2025 στην ευρωπαϊκή οικονομία ήταν καλύτερη. Δεν επιβεβαιώθηκαν τα χειρότερα σενάρια. Σε αυτό έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι είχαμε τη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Ηνωμένων Πολιτειών για το εμπόριο το περασμένο καλοκαίρι, αν και βέβαια πρέπει να πω ότι αυτή η συμφωνία δεν είναι μια συμφωνία η οποία αποκαθιστά το εμπόριο το διμερές εκεί που ήταν το 2024, αλλά σίγουρα έφερε μια προβλεψιμότητα και ταυτόχρονα απέφυγε το χειρότερο σενάριο. Αυτό είναι καλό, το γεγονός ότι στην Ευρώπη τα πράγματα το 2025 εξελίχθηκαν καλύτερα από τους φόβους που είχαμε στη μέση της χρονιάς και για το 2026 προβλέπεται μια ελαφρώς καλύτερη κατάσταση. Όμως δεν παύει ότι η Ευρώπη έχει μεσοπρόθεσμα σημαντικές προκλήσεις. Μία πρόκληση είναι το ασφαλιστικό. Μία άλλη μεγάλη πρόκληση είναι το γεγονός ότι ως ευρωπαϊκή οικονομία υπολειπόμαστε στην ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και χώρες της Ασίας, όπως η Κίνα και αυξανόμενα άλλες όπως η Ινδία.

Σε ό, τι αφορά την Ευρώπη υπάρχει μία συνειδητοποίηση ότι δεν μπορεί να συνεχίσει η Ήπειρος με τον τρόπο με τον οποίον πορευόταν τα περασμένα χρόνια. Υπάρχει προσπάθεια να καταλήξουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε ποιο κοινό έδαφος, αυτό ήταν και αντικείμενο συζήτησης στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Άρα, εδώ γίνεται μία προσπάθεια να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση να βελτιώσει τις οικονομικές επιδόσεις. Παραδείγματος χάριν, η εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς, η αύξηση της Ανταγωνιστικότητας, η κάλυψη του ενεργειακού που είναι πάρα πολύ σημαντική, η βελτίωση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι σημαντική και για λόγους βεβαίως εξωτερικής ασφάλειας, αλλά και για λόγους προβλεψιμότητας και οικονομικής σταθερότητας. Σε όλα αυτά τα πράγματα το ευχάριστο είναι ότι υπάρχει μια σταθερή σύγκλιση απόψεων. Όχι βέβαια πλήρης, αλλά πολύ μεγαλύτερη από το παρελθόν.

Για το ασφαλιστικό, θα έλεγα ότι στη Γερμανία υπάρχουν δημοσιονομικά αποθέματα μεγάλα. Δεν απειλείται η Γερμανία δημοσιονομικά. Αυτό το οποίο συμβαίνει στην Γερμανία είναι ότι η βιομηχανία τους, η οποία ήταν η κινητήριος δύναμη της οικονομίας και εξακολουθεί και είναι, υπέστη πολύ μεγάλους κλυδωνισμούς εξαιτίας του ενεργειακού ζητήματος. Είχαν χτίσει ένα βιομηχανικό μοντέλο το οποίο στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό σε φθηνή ενέργεια από την Ρωσία, από τη Ρωσία, πράγμα το οποίο τώρα έχει ανατραπεί. Άρα λοιπόν, εκεί το ζήτημα είναι ένα ζήτημα ανταγωνιστικότητας της πραγματικής οικονομίας. Στα δημοσιονομικά τους είναι καλή. Στη Γαλλία θα έλεγα ότι είναι η ανάποδη περίπτωση.

Στη Γαλλία το πρόβλημα είναι το δημοσιονομικό. Η γαλλική οικονομία σε όρους ανταγωνιστικότητας, τεχνολογίας, καινοτομίας δεν πηγαίνει καθόλου άσχημα. Όμως το κράτος έχει μεγάλες δημοσιονομικές πιέσεις στη Γαλλία και είναι αναπόφευκτο ότι στη Γαλλία θα γίνουν δημοσιονομικές προσαρμογές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συμβεί αυτό. Κατά συνέπεια, νομίζω ότι οι Γάλλοι φίλοι μας και οι συνάδελφοί μας με κάποιο τρόπο θα βρουν, είμαι σίγουρος ότι αυτό θα το φέρει η ζωή, τη σωστή ισορροπία, διότι υπάρχουν οι εμπειρίες άλλων χωρών, ανάμεσα στις οποίες και η δική μας, η οποία δείχνει ότι ακόμα και αν μια χώρα έχει το μέγεθος και τη σημασία της Γαλλίας, δεν μπορείς να ξεφύγεις από τα βασικά μακροοικονομικά» εξήγησε αναλυτικά.

Απαντώντας στο κατά πόσο προκαλεί φόβο για τη χώρα μας μια οικονομική κρίση στην Ευρώπη, ο κ. Αργυρού ανέφερε «η δουλειά μου είναι να βλέπω κάθε ρίσκο και σε καμία περίπτωση δεν θα έλεγα ότι όλα αυτά τα πράγματα τα οποία συμβαίνουν μας αφήνουν ανεπηρέαστους. Είναι κάτι το οποίο θα ήταν πολύ δύσκολο να το πω. Είμαστε μια χώρα που πλέον εξάγει το 40% του ΑΕΠ της σε σχέση με προ κρίσης περίοδο, έχουμε διπλάσιες εξαγωγές. Οι εξαγωγές αυτές σε πολύ μεγάλο βαθμό πηγαίνουν στην Ευρώπη, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε μεγάλο βαθμό και στην Ευρώπη. Άρα δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν μας επηρεάζει, δεν μας απασχολεί. Όμως αυτό το οποίο πρέπει να κάνουμε εμείς είναι ότι όντας σε αυτό το ευρωπαϊκό περιβάλλον και το παγκόσμιο περιβάλλον που είναι γεμάτο αβεβαιότητες και γεμάτο προκλήσεις, πρέπει να συνεχίσουμε να βελτιωνόμαστε και η χώρα έχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης ακόμη. Είμαστε μια χώρα η οποία έχει πολύ δυναμικό για την περαιτέρω ανάπτυξη και τι πρέπει να κάνουμε; Τρία πράγματα.

Το πρώτο,για να συνεχίσουμε να βελτιωνόμαστε είναι ότι θα πρέπει να διατηρήσουμε τα κεκτημένα της τελευταίας εξαετίας. Δημοσιονομική σταθερότητα, όπως λέει ο κ. Πετραλιάς, ταυτόχρονα με χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ταυτόχρονα μακροοικονομική και πολιτική σταθερότητα. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις που κατακτήσαμε και πρέπει να τις κρατήσουμε.

Το δεύτερο, το οποίο πρέπει να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις, γιατί οι μεταρρυθμίσεις είναι αυτές οι οποίες κάνουν τη χώρα πιο φιλική προς τις επενδύσεις, πιο φιλική προς την απασχόληση, ούτως ώστε να έχουμε περισσότερο κεφάλαιο και περισσότερη εργασία.

Και το τρίτο, το οποίο για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικό μεσοπρόθεσμα, είναι ότι πρέπει να βελτιώσουμε και να επενδύσουμε πάρα πολύ το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας, το οποίο είναι η μεγαλύτερη επένδυση που μπορούμε να κάνουμε στο μέλλον αυτής της χώρας, ειδικά με βάση τα δημογραφικά».

Σχετικά με την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και το πόσο επηρεάζει τη φερεγγυότητα της χώρας μας σε ό, τι αφορά τα οικονομικά μεγέθη αλλά και τις παροχές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κ. Αργυρός απάντησε «σε αυτό έχει τοποθετηθεί η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός. Είναι κάτι το οποίο προφανώς αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα. Προφανώς είναι κάτι το οποίο δεν είναι καθόλου καλό. Η χώρα βρίσκεται σε μια μετάβαση. Περνάει δηλαδή από ένα γνωστό θεσμικό και οικονομικό περιβάλλον, σε ένα καινούργιο και καλύτερο. Σίγουρα εδώ, το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν κάτι το οποίο δεν πήγε καθόλου καλά. Αυτό δεν σημαίνει ότι αλλάζει η μεγάλη εικόνα της ελληνικής οικονομίας. Κάποιες μάχες τις κερδίζεις, κάποιες τις χάνεις. (…)

Αυτό είναι κάτι το οποίο, όπως είπε ο πρωθυπουργός, θα φτάσει μέχρι τέλους. Και σε ό,τι αφορά την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, το γεγονός ότι υπάρχει τέτοια άμεση και δυνατή αντίδραση νομίζω ότι είναι προς όφελος της χώρας, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει εκεί ένα θέμα. Βεβαίως υπάρχει και είναι από τα πράγματα τα οποία ασφαλώς, πρέπει όλοι μας να τα αντιμετωπίζουμε με μηδενική ανοχή. Όμως δεν νομίζω ότι αλλάζει η θετική εικόνα της χώρας, όπως άλλωστε έλεγα προηγουμένως. Αυτό το διαπίστωσα και πρόσφατα στη Σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η Ελλάδα έχει μια εικόνα μιας χώρας η οποία πηγαίνει καλά».

Σε συνάρτηση και με το Κυριακάτικο μήνυμα του Πρωθυπουργού, στο οποίο αναφέρθηκε στην πολύ καλή πορεία του τουρισμού, ερωτηθείς ο κ. Αργυρού αν μπορούν οι πολίτες να περιμένουν ότι και το 2026 θα δουν μέτρα ενίσχυσης του οικογενειακού προϋπολογισμού, απάντησε ως εξής:

«Όλοι θα θέλαμε να μπορούμε να δώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερη αγοραστική δύναμη στους ανθρώπους. Από την άλλη πλευρά, αυτό είναι μια προσπάθεια η οποία δεν εξαντλείται στην επόμενη χρονιά. Μια κυβέρνηση κρατάει μια σκυτάλη. Κατά συνέπεια, στο μέλλον αυτό το οποίο θα κριθεί μια κυβερνητική θητεία, είναι σε τι θέση άφησε τη χώρα, σε τι θέση άφησε την οικονομία. Άρα, κοιτάμε, όχι μόνο του χρόνου, κοιτάμε και τα επόμενα χρόνια, κοιτάμε και τις επόμενες γενιές.

Νομίζω λοιπόν ότι θα πρέπει να πάμε με τη σωστή ισορροπία, θα πρέπει να κάνουμε τα πράγματα εκείνα τα οποία σηκώνει ο προϋπολογισμός μας. Έχει συζητηθεί ξανά το ζήτημα του 13ου μισθού και της 13ης σύνταξης. Το κόστος αυτή τη στιγμή είναι ένα κόστος το οποίο δεν το σηκώνει ο ελληνικός προϋπολογισμός. Όμως, από την άλλη πλευρά, η οικονομική πορεία της χώρας είναι τέτοια που δημιουργεί σταδιακά τον δημοσιονομικό χώρο, ώστε να βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο όλων των ανθρώπων και των συνταξιούχων και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Άρα σε αυτό το στάδιο η απάντηση έχει δοθεί. Δεν συμπεριλήφθηκε 13ος μισθός ή 13η σύνταξη στις ανακοινώσεις της Θεσσαλονίκης. Από την άλλη πλευρά βέβαια, αν κοιτάξει κανείς πώς έχει πάει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, έχουν αυξηθεί τα εισοδήματα και των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων».

Ερωτηθείς τέλος, αν το αφήνει ανοιχτό, είπε «εγώ, αυτό το οποίο λέω είναι ότι η χώρα έχει συγκεκριμένους στόχους. Αυτοί οι συγκεκριμένοι στόχοι υπηρετούνται με μία πολιτική η οποία πολιτική είναι εντός των δυνατοτήτων της χώρας και πρέπει να καλύπτει το σύνολο των Ελλήνων».

www.ertnews.gr


Μετάβαση στην Πηγή ERTNEWS
Author: Δανάη Γραφάκου

Πως σας φάνηκε το αρθρο?

ΑΠΙΘΑΝΟ
0
ΚΑΛΟ
0
ΜΕ ΑΡΕΣΕ
0
ΟΚ ΔΕΝ ΤΡΕΛΑΘΗΚΑ
0
ΧΑΧΑ ΕΛΑ ΠΛΑΚΑ ΚΑΝΕΙΣ
0

You may also like

Comments are closed.